Ζέτα Καμπαρδή / Greenpeace
“H καταστροφή της Θεσσαλίας δεν έχει αρχίσει ακόμα”. © Ζέτα Καμπάρδη / Greenpeace

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε από τη Ζέτα Καμπάρδη*, ερευνήτρια πεδίου στην Θεσσαλία.

Η πρώτη επίσκεψή μου στη Θεσσαλία έγινε με αφορμή μια ημερίδα που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Απρίλιο και όσο κι αν είχα διαβάσει και ενημερωθεί για την κατάσταση εκεί, η βιωματική εμπειρία πάντα πρωτοστατεί. Στην εκδήλωση ακούσαμε για τα πλημμυρισμένα χωράφια της Κάρλας, 7 μήνες μετά την καταστροφή του Daniel, όπου οι πολυπαθείς αγρότες αδημονούσαν να φύγει το νερό για να μπουν στα χωράφια τους. Τότε μάθαμε ότι, ακόμα κι αν φύγει το νερό, αυτό που αφήνει πίσω του είναι ένα άγονο και δίχως οξυγόνο έδαφος που θέλει πολύμηνη, ίσως και πολυετή, δουλειά για να επανέλθει στα “κανονικά” του επίπεδα. Ακούσαμε και άλλες απόψεις από επιστήμονες, πολίτες, αγρότες, τεχνικούς, πολιτικούς κ.λπ.

Παραδόξως το πιο βαρύγδουπο που άκουσα εκείνη τη βροχερή μέρα του Απριλίου δεν ήταν οι ενδιαφέρουσες πληροφορίες από τους επιστήμονες της ημερίδας, αλλά αντ’ αυτού μου έμεινε μια φράση που δεν γνωρίζω καν ποιος την είπε και που καθρεφτίζει την κατάσταση στη Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες. Κάποιος πολίτης λοιπόν ρώτησε τηλεφωνικά τον υπεύθυνο της εκδήλωσης αν μπορεί να έρθει στην ημερίδα ή αν χρειάζεται να παραμείνει σπίτι του και να προστατευτεί από τη βροχή, φοβούμενος μια αντίστοιχη καταστροφή. Καθώς δεν βίωσα προσωπικά τις πλημμύρες τον Σεπτέμβριο του 2023, μου φαίνεται αδιανόητη η σκέψη και ο φόβος αυτού του ανθρώπου από μία απλή βροχή, συνεπώς με υποχρέωσε να μπω στη θέση των Θεσσαλών και να αντιληφθώ τον βαθύ πόνο που τους έχει προκληθεί.

“Δεν θέλω μόνο «ξερές» αποζημιώσεις, θέλω τη ζωή μου πίσω”. © Ζέτα Καμπάρδη / Greenpeace

Από εκείνη την ημέρα ήρθα σε επαφή με το τραύμα της Θεσσαλίας, που είναι ευδιάκριτο στα χωράφια, στις γκρεμισμένες γέφυρες, στις λάσπες, αλλά και στους ανθρώπους που βίωσαν ένα εξωπραγματικό φαινόμενο και ζητούν ορθά τη ζωή τους πίσω. Όπως μας είπε ένας αγρότης που έχει χωράφια στην πλημμυρισμένη Κάρλα: “Δεν θέλω μόνο «ξερές» αποζημιώσεις, θέλω τη ζωή μου πίσω”. Η σκέψη μου ήταν ότι όλοι μας το ίδιο θα θέλαμε, καθώς και να μπορούμε να απολαμβάνουμε μια απλή ζωή χωρίς να ανησυχούμε μήπως χάσουμε την πηγή βιοπορισμού μας, από την καταστροφή του περιβάλλοντος, την ξηρασία, τις πλημμύρες, και ούτω καθεξής. Δυστυχώς, η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, και σαν πολίτες έχουμε τη δύναμη, ο καθένας με τον τρόπο του, να πιέσουμε τις εκάστοτε κυβερνήσεις να αναλάβουν δράση. 

Στη συνέχεια των επισκέψεών μας κάναμε συναντήσεις με αγρότες στα χωράφια. Η καταστροφή ήταν ανείπωτη. Συγκεκριμένα στα πλημμυρισμένα χωράφια της Κάρλας, τους πρώτους μήνες των επισκέψεών μας η εικόνα ήταν προφανώς μια λίμνη γεμάτη με τους χρόνιους κόπους των παραγωγών. Αρδευτικά μηχανήματα, τρακτέρ, σοδειές ήταν σκεπασμένα με νερό και οι παραγωγοί ανήμποροι να κάνουν κάτι. Συναντήσαμε τον Μάιο την κ. Μάρου, κτηνοτρόφο από την Αμυγδαλή Λάρισας, και άλλους παραγωγούς, και μας είπαν επί λέξη ότι “η καταστροφή της Θεσσαλίας δεν έχει αρχίσει ακόμα”. Αυτή η φράση αναδεικνύει ότι οι ντόπιοι έχουν επίγνωση της κατάστασης: μία καταστροφή τέτοιου μεγέθους έχει βαθιές και μακροχρόνιες συνέπειες, που μόνο ουσιαστικά και ριζικά μέτρα μπορούν να αναστρέψουν, τα οποία η κυβέρνηση οφείλει να πάρει άμεσα κι όχι να εθελοτυφλεί.

Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι η σημαντικότητα του πρωτογενούς τομέα, αλλά και ότι καταστροφές σαν του Ντάνιελ θα μπορούσαν να επαναληφθούν. © Ζέτα Καμπάρδη / Greenpeace

Τους επόμενους μήνες επισκεφτήκαμε τις ίδιες περιοχές αφότου είχε φύγει το νερό και είχε απομείνει ένα σκληρό και άγονο έδαφος. Συναντήσαμε αγρότες που μας μίλησαν για την κατάσταση της συγκεκριμένης περιόδου. Ένας αγρότης που προτιμάει να μείνει ανώνυμος μας είπε ότι πρώτη φορά στη ζωή του νιώθει ότι τον καίει ο ήλιος και ότι τα άνυδρα και γυμνά χωράφια που βλέπουμε τώρα πέρσι ήταν πράσινα και ο κάμπος γεμάτος με παραγωγούς.

Από τα πρώτα πράγματα που διάβασα για τη Θεσσαλία είναι ότι αποτελεί περίπου το 21% της οικονομικής αξίας στο σύνολο της φυτικής παραγωγής της χώρας και 13% στο αντίστοιχο ποσοστό για τη ζωική παραγωγή (Περιφέρεια Θεσσαλίας για το 2021). Αυτό είναι ένα αξιόλογο ποσοστό που μπορεί να επηρεάσει τη συνολική παραγωγή της χώρας μας. Θέλοντας, λοιπόν, να δω την έκτασή της, άνοιξα τους χάρτες στον υπολογιστή μου και επέλεξα την εικόνα από δορυφόρο.

Η έκταση των χωραφιών και του κάμπου της Θεσσαλίας είναι πολύ ευδιάκριτη ακόμα και χωρίς ζουμ. Θα σας παρότρυνα να κάνετε κι εσείς μια περιήγηση στον χάρτη της Ελλάδας μέσω δορυφόρου, να δείτε τον κάμπο της Θεσσαλίας και άλλες περιοχές με καλλιεργημένες εκτάσεις (είναι ευδιάκριτες με γυμνό μάτι και τις εντοπίζετε κάνοντας ζουμ). Τι παρατηρείτε; Τι συμπεράσματα βγάζετε; Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι η σημαντικότητα του πρωτογενούς τομέα, αλλά και ότι καταστροφές σαν του Ντάνιελ θα μπορούσαν να επαναληφθούν. 

Μόνο μέσω της ανθεκτικότητας και βιοποικιλότητας μπορούμε να προστατεύσουμε την παραγωγή μας, όπως έχουμε προτείνει στις εμπεριστατωμένες προτάσεις μας για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας. © Ζέτα Καμπάρδη / Greenpeace

Κάμποι όμοιοι με της Θεσσαλίας υπάρχουν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Αυτό σημαίνει ότι καταστροφές σαν του Ντάνιελ μπορούν να συμβούν οπουδήποτε αλλού στη χώρα. Επίσης οι συνολικές καλλιεργούμενες εκτάσεις της Ελλάδας είναι περίπου 31.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ για το 2023) ενώ η συνολική έκταση της χώρας μας είναι 131.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Αυτό δείχνει τη σημαντικότητα της παραγωγής στην Ελλάδα. Επιπλέον, μεγάλο μέρος των πολιτών ασχολείται με τη γεωργία και επομένως η αποδοτικότητα των χωραφιών επηρεάζει τον βιοπορισμό τους.

Μπορείτε να αναλογιστείτε τώρα γιατί ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα χρειάζεται θωράκιση, προστασία αλλά και αλλαγή σύμφωνα με τα νέα κλιματικά δεδομένα, καθώς μια καταστροφή του μεγέθους του Ντάνιελ πιθανόν να έρθει πιο γρήγορα απ’ό,τι πιστεύουμε. Μόνο μέσω της ανθεκτικότητας και βιοποικιλότητας μπορούμε να προστατεύσουμε την παραγωγή μας, όπως έχουμε προτείνει στις εμπεριστατωμένες προτάσεις μας για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας.  

*Η Ζέτα Καμπάρδη γεννήθηκε στο Ξυλόκαστρο και σπούδασε στην Αθήνα. Έκτοτε μένει στην Αθήνα και ασχολείται με τον τομέα των ΜΚΟ τα τελευταία χρόνια, με δράσεις που δίνουν έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος και της βιωσιμότητας. Στην Greenpeace έχει αναλάβει τον ρόλο της ερευνήτριας πεδίου για την περιοχή της Θεσσαλίας και έρχεται σε επαφή με παραγωγούς, πολίτες, γεωπόνους και άλλους ενδιαφερόμενους, ώστε να συλλέξει δεδομένα και απόψεις όσον αφορά την ανασυγκρότηση του τόπου.