Της Νικολέττας Ζαρίφη

Εκεί συνειδητοποίησα ότι κάθε είδηση κλιματικής καταστροφής μέσα από μια οθόνη κινητού, υπολογιστή ή τηλεόρασης δεν μπορεί ποτέ, μα ποτέ, να σου δώσει την πραγματική εικόνα © Nicoletta Zarifi

Το απόγευμα μπήκα στο δωμάτιο, έβγαλα τα παπούτσια με τις άκρες των δαχτύλων μου για να μην τα ακουμπήσω πολύ και τα άφησα στο μπαλκόνι. Μαζί και τα ρούχα μου για να στεγνώσουν από τον ιδρώτα και να πάρουν αέρα, να ξεμυρίσουν. Έκανα ντουζ και μετά ξάπλωσα στα καθαρά σεντόνια. Είπα από μέσα μου “επιτέλους, νιώθω λίγο άνθρωπος” και κατευθείαν το μυαλό μου έτρεξε κάποιες ώρες πριν. Όταν μαζί με την ομάδα φτάσαμε στην πλυμμηρισμένη γειτονιά της Φαλάνης. Εκεί συνειδητοποίησα ότι κάθε είδηση κλιματικής καταστροφής μέσα από μια οθόνη κινητού, υπολογιστή ή τηλεόρασης δεν μπορεί ποτέ, μα ποτέ, να σου δώσει την πραγματική εικόνα. Ντυθήκαμε από πάνω μέχρι κάτω με κάθε στρώση προστασίας, μάσκες, γαλότσες, οτιδήποτε για να αποφύγουμε ακόμα και την παραμικρή επαφή με αυτή την λάσπη, “λούμη” όπως την αποκαλούν στα βόρεια. Ακόμα σκέφτομαι και μου κάνει εντύπωση το πόσο προσεκτικοί ήμασταν την πρώτη μας μέρα στις πληγείσες περιοχές, σε σύγκριση με το πόσο αναγκάζεσαι να αφεθείς τις επόμενες. Όταν προσπαθεί να σε κυριεύσει η σκέψη του “δεν έχει και πολύ νόημα”, αλλά συνεχίζεις να παλεύεις μέτωπο – μέτωπο με την σκέψη αυτή για να μην νικήσει την προσπάθεια που καταβάλλεται.

Ο Σωτήρης, πατέρας τριών παιδιών και η σύζυγός του έγκυος στο τέταρτο, μας άνοιξε διάπλατα την πόρτα του σπιτιού του, χωρίς κανέναν δισταγμό. Πιάσαμε σκούπες και λάστιχα και αρχίσαμε να σπρώχνουμε το κακό έξω. Θυμάμαι να βάζω όλη την δύναμη και την ταχύτητα που διέθετα, τόσο που η συνάδελφός μου μου φώναξε να το κάνω πιο ήρεμα για να μην την λερώνω με την λάσπη που πεταγόταν. Έκλεβα λίγο χρόνο για να παρατηρήσω τις κυρίες γύρω μου, γειτόνισσες του Σωτήρη και φίλες που άφησαν τα σπίτια και τις οικογένειές τους για να βοηθήσουν. Ήταν τόσο ταλαιπωρημένες, αλλά ακόμα και σε αυτές τις στιγμές αμύνονταν στο κακό με καλή διάθεση και χιούμορ. Δεν θα ξεχάσω την στιγμή που μετά από ώρες επιτέλους φάνηκε ξανά το πάτωμα. Αρχίσαμε όλοι μας να το παινεύουμε. Κάποια στιγμή μια από τις κυρίες πήγε να πατήσει μέσα με τις λερωμένες τις γαλότσες και ακούστηκε μια φωνή μέσα από το δωμάτιο μια φωνή: “Δεν καθαρίζαμε εμείς τόση ώρα για να έρθεις να μας λερώσεις εσύ τα πατώματα”. Γέλασαν όλοι με την ψυχή τους. Σταματήσαμε για λίγο να κάνουμε διάλειμμα.

Εκείνη τη στιγμή παρατήρησα γύρω μου πώς η δύναμη του “μαζί”, έστω και για ένα μικρό βήμα σαν αυτό, να φανεί ξανά το πάτωμα του σπιτιού, μπορεί να δώσει ελπίδα μέσα στην καταστροφή. Φύγαμε από αυτό το σπίτι μπερδεμένοι. Μπήκαμε στο βαν της επιστροφής για το ξενοδοχείο και αναρωτιόμασταν αν βοηθήσαμε πραγματικά ή πώς θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε περισσότερο. Σκεφτήκαμε την μικρή ανακούφιση που είδαμε στο πρόσωπο του Σωτήρη όταν πάτησε μέσα στο σπίτι, απαλλαγμένο από λάσπες μετά από μέρες. Και τότε πήραμε την πρώτη καλή ανάσα της ημέρας. Συνεχίζουμε.