Πιθανότατα όλοι έχουμε αρκετό δράμα στη ζωή μας αυτό τον καιρό, αλλά για εσάς που ψάχνετε λίγο παραπάνω, τις τελευταίες εβδομάδες γίνεται χαμός στην αγορά ενέργειας. Η ‘βαριά’ βιομηχανία της χώρας έχει επιδοθεί σε μία επιθετική επικοινωνιακή εκστρατεία συνδυασμένη με εντατικό λομπάρισμα (σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο) ζητώντας επιδοτήσεις για να μειωθεί το βιομηχανικό ενεργειακό κόστος και να ακυρωθεί οποιαδήποτε φιλόδοξη πολιτική για την προστασία του κλίματος, όπως η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της εξοικονόμησης ενέργειας. Σε αντίθετη περίπτωση, η βιομηχανία προειδοποιεί ότι θα μεταφερθεί σε άλλες χώρες με χαμηλότερο κόστος.

 Εικόνα 1: Η ArcelorMittalχρηματοδοτεί την διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα, αλλά υπονομεύει κάθε πολιτική προσπάθεια της Ευρώπης για την προστασία του κλίματος 

Η πρακτική αυτή φυσικά δεν είναι ελληνική ιδέα: ήδη από τα 2010 η ευρωπαϊκή βιομηχανία είχε δείξει τον δρόμο χρησιμοποιώντας ακριβώς την ίδια ρητορική και τις ίδιες τακτικές. Αυτό είναι άλλωστε κάτι που η βιομηχανία ξέρει να κάνει καλά επί αιώνες.

Για να είμαι δίκαιος, αντιλαμβάνομαι ότι όντως υπάρχει οικονομικό πρόβλημα για την βιομηχανία. Ως πολίτης αυτής της χώρας κάτι έχω αντιληφθεί από κρίση, όπως οι περισσότεροι – αν όχι όλοι μας. Αφού λοιπόν είμαστε όλοι μπλεγμένοι σε αυτή την ιστορία που λέγεται κρίση, ας δούμε παρακάτω τι ακριβώς απαιτεί η βιομηχανία ώστε να αξιολογήσουμε τα αιτήματα και τα επιχειρήματα της βιομηχανίας και να βρούμε μία λύση μαζί.

Αίτημα #1: Μείωση του κόστους ενέργειας

Η βιομηχανία στην  Ελλάδα υποστηρίζει ότι τα βιομηχανικά τιμολόγια του ρεύματος στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλότερα από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat την διαψεύδουν.

Η βιομηχανία αρνείται τα στοιχεία αυτά, χωρίς όμως να δημοσιοποιεί τα πραγματικά τιμολόγια για τις βιομηχανίες με υψηλή κατανάλωση (>150.000 MWh).

Υπάρχει όμως και μία αντίφαση σε αυτόν τον ισχυρισμό περί φθηνότερου ρεύματος σε άλλα κράτη της Ευρώπης (όπως η Γερμανία), αλλά περισσότερα για αυτή την αντίφαση στο παρακάτω αίτημα της βιομηχανίας.

Αίτημα #2: Ακύρωση κάθε ουσιαστικής πολιτικής για την προώθηση των ΑΠΕ στην Ελλάδα

Αντίθετα με αυτό που υποστηρίζει η βιομηχανία, η σημαντική διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της χώρας δεν είναι σημαντικός παράγοντας που διαμορφώνει το τελικό κόστος ενέργειας. Αντίθετα, η υψηλή εξάρτηση από τα εισαγόμενα καύσιμα και οι στρεβλώσεις υπέρ των ορυκτών καυσίμων ευθύνονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό.

Το ΕΤΜΕΑΡ ευθύνεται μόλις για το 2,4% του βιομηχανικού τιμολογίου ηλεκτρικής ενέργειας 

Επιπλέον, είναι γνωστό (και στη βιομηχανία) ότι αν δεν υπήρχαν οι στρεβλώσεις της αγοράς ενέργειας υπέρ των ορυκτών καυσίμων, το ΕΤΜΕΑΡ (πρώην τέλος ΑΠΕ) θα έπρεπε να είναι κατά 60% χαμηλότερο, όπως αποδεικνύουν εμπεριστατωμένες μελέτες (ΕΜΠ, ΙΟΒΕ).

Εδώ όμως κρύβεται και η αντίφαση στους ισχυρισμούς της βιομηχανίας. Αν τελικά το βιομηχανικό ρεύμα είναι χαμηλότερο σε άλλα κράτη μέλη, τότε μάλλον οι ΑΠΕ δεν έχουν σχέση με το ύψος των βιομηχανικών τιμολογίων, αφού σε πολλά κράτη μέλη της Ευρώπης, όπως στην Γερμανία η διείσδυση των ΑΠΕ είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι στην Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση το ύψος του ΕΤΜΕΑΡ για την βιομηχανία είναι σχεδόν 12 φορές χαμηλότερο από το ύψος του ΕΤΜΕΑΡ για τους οικιακούς καταναλωτές μετά από τις αφόρητες πιέσεις της βιομηχανίας προς την κυβέρνηση. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι χάρη στην προστασία που παρέχει η κυβέρνηση στην βιομηχανία, η κοινωνία σήμερα επιδοτεί την βιομηχανία. 

 Σήμερα το ΕΤΜΕΑΡ για τους οικιακούς καταναλωτές είναι σχεδόν 12 φορές υψηλότερο από ό,τι για την βιομηχανία

Αίτημα #3: Ακύρωση κάθε φιλόδοξης κλιματικής πολιτικής της Ευρώπης έως το 2030

Στις προτάσεις της για την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη, η Business Europe (ο Ευρωπαϊκός σύνδεσμος της βιομηχανίας και των επιχειρήσεων) λέει αυτό:

Την ίδια ακριβώς ρητορική υιοθετεί και η βιομηχανία στην Ελλάδα, με το σκεπτικό ότι η Ευρώπη έχει μεγαλύτερο ενεργειακό κόστος από την Κίνα και τις ΗΠΑ. Αποσιωπά όμως , τα πιο πρόσφατα και επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία που δείχνουν ότι το πραγματικό κόστοςενέργειας (δηλαδή το κόστος για να παραχθεί μία μονάδα προστιθέμενη αξίας, ενσωματώνοντας έτσι όχι μόνο το κόστος ενέργειας, αλλά και την ενεργειακή ένταση) για τη βιομηχανία δεν είναι ακριβότερο από ό,τι στην Κίνα και τις ΗΠΑ και αυτό γιατί η ευρωπαϊκή βιομηχανία είναι πιο ανταγωνιστική χάρη στην υψηλότερη ενεργειακή της απόδοση. 

 

Αυτό σημαίνει ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος και άρα είναι λιγότερο ευάλωτη στις ανατιμήσεις των τιμών του πετρελαίου σε σχέση με τη βιομηχανία των ΗΠΑ ή της Κίνας.

Δυστυχώς όμως η ελληνική βιομηχανία υπολείπεται από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή βιομηχανία σε αυτό το σημείο, καθώς το μέσο πραγματικό κόστος για την ελληνική βιομηχανία είναι υψηλότερο από αυτό της ευρωπαϊκής. Αυτό είναι μία αναμενόμενη κατάσταση, αν αναλογιστεί κανείς ότι πολύ λίγες ελληνικές βιομηχανίες έχουν επενδύσει στην καινοτομία και την εξοικονόμηση ενέργειας.

Εν κατακλείδι

Υπάρχει μία τεράστια ευκαιρία μπροστά μας: η θωράκιση της οικονομίας και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, μέσα από την προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας και της αύξησης της ενεργειακής αποδοτικότητας. Αν όντως μας ενδιαφέρει η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας, το κόστος των λογαριασμών της ΔΕΗ για τα νοικοκυριά και η περικοπή της σπατάλης στον δημόσιο τομέα, τότε η εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να αναχθεί στην υψηλότερη προτεραιότητα της αναπτυξιακής και επενδυτικής πολιτικής της χώρας σε κάθε έκφανσή της.

Πριν από λίγες ημέρες ο Πρωθυπουργός της χώρας παρευρέθηκε στις Βρυξέλλες, στην ειδική εκδήλωση που διοργάνωσε η BusinessEurope, με την ευκαιρία της Ελληνικής Προεδρίας. Στην ομιλία του ο κ. Σαμαράς, δεν είπε ποτέ τις λέξεις ‘εξοικονόμηση’ ή ‘ενεργειακή απόδοση’. Μίλησε όμως για την προτεραιότητα της μείωσης του κόστους ενέργειας για την βιομηχανία.

Μάλλον εννοούσε ότι για άλλη μία φορά την φθηνή ενέργεια της βιομηχανίας θα την πληρώσουμε εμείς. Αναρωτιέμαι αν μία τέτοια πολιτική θα δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό της βιομηχανίας ως ‘κρατικοδίαιτη’…

Δημήτρης Ιμπραήμ

Βιογραφικό

Δημήτρης Ιμπραήμ
Ο Δημήτρης Ιμπραήμ γεννήθηκε το 1979 στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο Τμήμα Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης και ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στην περιβαλλοντική διακυβέρνηση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάζεται στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace από το 1999, έχει διατελέσει υπεύθυνος της εκστρατείας της Greenpeace για τις κλιματικές αλλαγές και την ενέργεια και έχει αναλάβει το συντονισμό πανευρωπαϊκών projects για την ευρωπαϊκή κλιματική πολιτική. Σήμερα εργάζεται ως διευθυντής εκστρατειών στην Greenpeace.